Ἀνύπαρκτη φάση
Συχνά λέω ὃτι πρέπει
νά κάνω αὐτό ᾒ ἐκεῖνο
κι ἐγώ τό ἔχω κάνει
ἀκριβῶς πρίν ἀπό λίγο.
Μά ποῦ ἢμουν λοιπόν λέω.
Σέ αὐτό τό βαθμό ἀπουσιάζω
ἀπό τόν ἑαυτό μου;
Πῶς ὃταν πρέπει νά σβήσω το φῶς
τό φῶς ἔχει ἢδη σβηστεῖ.
Καί ὃταν πρέπει νά σέ ξεχάσω
ἐσύ ἔχεις ἢδη ξεχαστεῖ.
Κι ἐνῶ τό γράμμα πού θέλω νά γράψω
ἔχει ἢδη γραφεῖ πρίν ἀπό ἕνα χρόνο;
Ἀπό κάποιον ἂλλο βέβαια.
Νεκρό πού ἀντιγράφει τόν ἑαυτό μου.
Θά ὑπάρχει ἲσως μιά κενή φάση στή ζωή.
Σάν ἀνύπαρκτη φράση.
νά κάνω αὐτό ᾒ ἐκεῖνο
κι ἐγώ τό ἔχω κάνει
ἀκριβῶς πρίν ἀπό λίγο.
Μά ποῦ ἢμουν λοιπόν λέω.
Σέ αὐτό τό βαθμό ἀπουσιάζω
ἀπό τόν ἑαυτό μου;
Πῶς ὃταν πρέπει νά σβήσω το φῶς
τό φῶς ἔχει ἢδη σβηστεῖ.
Καί ὃταν πρέπει νά σέ ξεχάσω
ἐσύ ἔχεις ἢδη ξεχαστεῖ.
Κι ἐνῶ τό γράμμα πού θέλω νά γράψω
ἔχει ἢδη γραφεῖ πρίν ἀπό ἕνα χρόνο;
Ἀπό κάποιον ἂλλο βέβαια.
Νεκρό πού ἀντιγράφει τόν ἑαυτό μου.
Θά ὑπάρχει ἲσως μιά κενή φάση στή ζωή.
Σάν ἀνύπαρκτη φράση.
Ἐγώ
Ἧταν ἕνα δωμάτιο.
Ἧταν ἕνα παράθυρο
Ἡ πράσινη μέθη τῶν δέντρων
στή θέα τῆς πιό σκοτεινῆς μέρας.
Ἧταν τότε πού ἔφυγες.
Ἐσύ ἀγαπημένο μου ἐγώ.
Τό φωτεινό σου φόρεμα μόλις περνοῦσε πλάι
ἀπό τόν πράσινο κυματισμό τοῦ ἄνεμου
Καί τώρα συνέχεια χάνεσαι ἀπό τή μνήμη.
Ποιός θά σέ σταματήσει ποτέ;
Ἤ θά σοῦ μιλήσει;
Σʼ ἐσένα τό μεταμφιεσμένο ἲσκιο.
ἑνός γιά πάντα χαμένου ἐγώ
στό σκοτεινό λάθος
ἑνός δάσους.
Ἧταν ἕνα παράθυρο
Ἡ πράσινη μέθη τῶν δέντρων
στή θέα τῆς πιό σκοτεινῆς μέρας.
Ἧταν τότε πού ἔφυγες.
Ἐσύ ἀγαπημένο μου ἐγώ.
Τό φωτεινό σου φόρεμα μόλις περνοῦσε πλάι
ἀπό τόν πράσινο κυματισμό τοῦ ἄνεμου
Καί τώρα συνέχεια χάνεσαι ἀπό τή μνήμη.
Ποιός θά σέ σταματήσει ποτέ;
Ἤ θά σοῦ μιλήσει;
Σʼ ἐσένα τό μεταμφιεσμένο ἲσκιο.
ἑνός γιά πάντα χαμένου ἐγώ
στό σκοτεινό λάθος
ἑνός δάσους.
Δέν πειράζει πού καταστράφηκε
τό καλοκαίρι στα χέρια μας.
Σάν μιά χαώδης ὀνειροπόληση φωτός.
Ἀκρωτηριασμένων σχημάτων.
Ἄν χάθηκε τό μέγεθος τῶν βράχων.
Κι ἡ παραλία ἔπαψε νά εἶναι ἡ περυσινή.
Ἐγκαταλείψαμε μαζί αὐτό τό ὂνειρο
Γελοιοποιώντας τό τέλος τῶν ἐποχῶν.
Μέ τή θεατρική μας αἲσθηση τῶν κυμάτων.
τό καλοκαίρι στα χέρια μας.
Σάν μιά χαώδης ὀνειροπόληση φωτός.
Ἀκρωτηριασμένων σχημάτων.
Ἄν χάθηκε τό μέγεθος τῶν βράχων.
Κι ἡ παραλία ἔπαψε νά εἶναι ἡ περυσινή.
Ἐγκαταλείψαμε μαζί αὐτό τό ὂνειρο
Γελοιοποιώντας τό τέλος τῶν ἐποχῶν.
Μέ τή θεατρική μας αἲσθηση τῶν κυμάτων.
Πυροβολισμός
Μόνο πού δέν ξέρομε
τί σκοτώσαμε ἀκριβῶς.
Ἔτσι δέν εἶναι;
Αὐτό στό ὁποῖο
θά ἐπέστρεφε ὁ θάνατος
σάν σκοτεινός ἦχος;
Τό μαθηματικό μυστήριο
πού σέ κολλάει στόν τοῖχο;
Παιδικός ἦταν ὁ γάμος.
Ἄς βγοῦμε ἔξω νά δοῦμε στούς θάμνους.
Ἴσως νά ἔχει σχήμα ζώου τό κενό.
Στόν τόπο ὁ πυροβολισμός
να ἐξηγεῖ τόν φόνο.
Ἄν καί ἔχει διαφύγει
ἡ ὓλη κάθε συλλογισμοῦ.
Καί τίποτα δέν θά ἐξηγήσει ποτέ τόν κόσμο.
τί σκοτώσαμε ἀκριβῶς.
Ἔτσι δέν εἶναι;
Αὐτό στό ὁποῖο
θά ἐπέστρεφε ὁ θάνατος
σάν σκοτεινός ἦχος;
Τό μαθηματικό μυστήριο
πού σέ κολλάει στόν τοῖχο;
Παιδικός ἦταν ὁ γάμος.
Ἄς βγοῦμε ἔξω νά δοῦμε στούς θάμνους.
Ἴσως νά ἔχει σχήμα ζώου τό κενό.
Στόν τόπο ὁ πυροβολισμός
να ἐξηγεῖ τόν φόνο.
Ἄν καί ἔχει διαφύγει
ἡ ὓλη κάθε συλλογισμοῦ.
Καί τίποτα δέν θά ἐξηγήσει ποτέ τόν κόσμο.
Κάποιος
Κάποιος νά μᾶς πεῖ
ἄν ὃ,τι ἔγινε ἦταν τό σωστό
κι ἄν ἐμεῖς εἲμαστε
αὐτοί πού πρέπει.
Κάποιος τοῦ ὁποίου ὁ νοῦς
νά περιέχει τή λύπη.
Τήν ἄχρηστη πιά.
Φόβος ὑπονομεύει τόν ἀπολογισμό.
Ποιοί εἲμαστε ἐμεῖς σέ ποιό χρόνο;
Στα χέρια μου ἔχω τό βράχο.
Στό βάθος κάποιου γαλάζιου.
Ἀπροσδιόριστο τό πάθος τοῦ οὐρανοῦ.
Γράφω μόνο γιά τό σύνολο ἑνός ἔρημου καλοκαιριοῦ.
Κάποιος τοῦ ὁποίου ὁ νοῦς
νά περιέχει ἐπίσης τή λήθη.
Ὃπως μόνοι μας μέ τά ἀντικείμενα.
Καί τά σχετικά λόγια μας.
Στό ἐλάχιστο φῶς.
Κάποιος νά μᾶς πεῖ ποῦ εἶναι ὁ τάφος.
Τά δικά μου βήματα πάντα παρακάμπτουν
κάποιο συλλογισμό θανάτου.
Κι ἐσύ ὁ εἲρων
μιᾶς χαμένης πτυχῆς τοῦ ἀπείρου.
Ἐσύ δέν ξέρεις νά δεῖς.
Κάποιος λοιπόν πρέπει νά μᾶς πεῖ.
Ἄν εἲμαστε αὐτοί ἐμεῖς.
Οἱ ἔνοχοι μιᾶς ἐποχῆς
φθινοπωρινῆς πλήξης.
ἄν ὃ,τι ἔγινε ἦταν τό σωστό
κι ἄν ἐμεῖς εἲμαστε
αὐτοί πού πρέπει.
Κάποιος τοῦ ὁποίου ὁ νοῦς
νά περιέχει τή λύπη.
Τήν ἄχρηστη πιά.
Φόβος ὑπονομεύει τόν ἀπολογισμό.
Ποιοί εἲμαστε ἐμεῖς σέ ποιό χρόνο;
Στα χέρια μου ἔχω τό βράχο.
Στό βάθος κάποιου γαλάζιου.
Ἀπροσδιόριστο τό πάθος τοῦ οὐρανοῦ.
Γράφω μόνο γιά τό σύνολο ἑνός ἔρημου καλοκαιριοῦ.
Κάποιος τοῦ ὁποίου ὁ νοῦς
νά περιέχει ἐπίσης τή λήθη.
Ὃπως μόνοι μας μέ τά ἀντικείμενα.
Καί τά σχετικά λόγια μας.
Στό ἐλάχιστο φῶς.
Κάποιος νά μᾶς πεῖ ποῦ εἶναι ὁ τάφος.
Τά δικά μου βήματα πάντα παρακάμπτουν
κάποιο συλλογισμό θανάτου.
Κι ἐσύ ὁ εἲρων
μιᾶς χαμένης πτυχῆς τοῦ ἀπείρου.
Ἐσύ δέν ξέρεις νά δεῖς.
Κάποιος λοιπόν πρέπει νά μᾶς πεῖ.
Ἄν εἲμαστε αὐτοί ἐμεῖς.
Οἱ ἔνοχοι μιᾶς ἐποχῆς
φθινοπωρινῆς πλήξης.
τα ποιήματα δημοσιεύθηκαν
στο περιοδικό Νῆσος (Μουσική και Ποίηση), τ. 4, Μάιος 1985
οι εικόνες είναι των: Bo Bartlett, Andrew McConnell, Andrew Hollis, J. Morgan Puett και Mike Brodie
οι εικόνες είναι των: Bo Bartlett, Andrew McConnell, Andrew Hollis, J. Morgan Puett και Mike Brodie