Το ταξίδι μας, πέρασε από μύρια
κύματα.
Αυτές λοιπόν οι διαχρονικές
πεζούλες, φτιάξανε γεωμετρικές εικόνες, που δέσανε με φυσικότατο τρόπο, τον
ορεινό όγκο. Διαμόρφωσαν τοπία. Για να ξαποσταίνει η ματιά μας στο σεργιάνι
της, πάνω στα δημιουργήματα όλων εκείνων των ανώνυμων κτιστάδων, που
χειροποίητα σχεδίασαν, τη φόρμα του κυκλαδικού τοπίου.
Προς το νησί, εκεί που ζουν οι
πολιορκημένοι της θάλασσας.
Η προσμονή μας. Η περιέργεια. Ο
νόστος, μας οδηγούν στο αγνάντεμα.
Να τα! Μέσα από το γαλάζιο,
ξεπροβάλλουν τα πετρόκτιστα καράβια, που ρίζωσαν εκεί, καταμεσής του Αιγαίου.
Τα είπαν Κυκλάδες. Τους ‘δώσαν μια
αρχαϊκή, μυστηριακή οντότητα.
Τριγύρω από τη Δήλο. Μια σύναξη
ενάλιων τόπων, η πολιτιστική τους ενότητα.
Της ιστορίας τους η κοινή μοίρα. Ο
ήλιος, η αλμύρα, ο αέρας, το λειψό χώμα.
Όλα τούτα, μ’ ένα κοινό παρανομαστή.
Την αγωνία για επιβίωση. Τη λαχτάρα να φτιάξουν, το υπαρξιακό και αισθητικό
τους ζην.
Ρυτίδες, από πάμπολλες πέτρες,
δεμένες αρμονικά η μία πάνω στην άλλη, κτίσανε τις ατέλειωτες πεζούλες των
νησιών μας. Έτσι συγκράτησαν το πολύτιμο χούμο των εδαφών (για να μην κατρακυλά
στη θάλασσα). Για να βλασταίνουν τα όσπρια, τα δημητριακά, οι ελιές και οι
αμυγδαλιές. Να τρέφεται ο κόσμος και τα ζωντανά του.
Γι’ αυτό και τις σεβάστηκαν, τούτες
τις πέτρες.
Γι’ αυτό και τις κράτησαν ορθές,
παρά το πείσμα των καιρικών συνθηκών και του χρόνου. Η μια γενιά, συνέχισε αυτά
που είχε αφήσει η προηγούμενη. Μέσα σε αιώνες κάματου, γέμισαν όλο το νησί, με
πέτρινες γραμμώσεις.
Παράπλευρα από τις πεζούλες,
στέκονται οι ξερολιθιές. Δηλαδή οι μάντρες (κάθετες και οριζόντιες), που
ξεχωρίζουν τις ιδιοκτησίες και φτιάχνουν (σε κάποιες των περιπτώσεων), τα
μονοπάτια. Οι πέτρες, δεν δέθηκαν μεταξύ τους με τίποτε. Ξερές. Μόνο με το
συνταίριασμα της πέτρας, ν’ ακουμπά η μία συνετά πάνω στην άλλη. Ν’ αφήνουν
μικρά περάσματα, για να φεύγει αργά το νερό, για να μην τις γκρεμίζει. Να
δίνουν τη δυνατότητα στον αέρα να τις διαπερνά, για να μένουν στη θέση τους.
Από τις Κυκλάδες, δυο πράγματα
συγκρατείς, όταν τις αποχωρίζεσαι. Την θάλασσα της και τις πέτρινες διαδρομές,
του ανθρώπινου μόχθου. Αυτά τα θαυμαστά δημιουργήματα, που φτιάχτηκαν για
χιλιάδες χρόνια. Με αφάνταστο κόπο, από την συνεισφορά ανθρώπων και ζώων. Που ο
ιδρώτας, η σκόνη και οι ροζιές της παλάμης, (από τις ατέλειωτες κακουχίες),
έχουν αφήσει πάνω στις πέτρες, τα ιστορικά τους αποτυπώματα.
Καλοκαίρι λοιπόν, τιμητική των νησιών και της θάλασσας
.Ευκαιρία ανάμνησης της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, ας κάνουμε ένα αφιέρωμα
στις ιστορικές πεζούλες μας, στην αγροτική μας μνήμη.
Η κατασκευή τους γίνονταν κατά κύριο
λόγο το χειμώνα, τότε που το χώμα ήταν μαλακό. Πρώτα καθορίζονταν η κλίση που
έπρεπε να είχε το ανάχωμα, «σκαλί», για να μη λιμνάζουν τα νερά της βροχής.
Στην περίπτωση που υπάρχει κοντά λαγκάδι, η κλίση, στρέφονταν προς αυτή την
κατεύθυνση. Εάν πάλι δεν σημειώνεται τέτοια διέξοδος, τότε φρόντιζαν τα νερά να
προωθούνται με συνετό τρόπο, ώστε να μην καταστρέφουν τη σπορά των γειτονικών
περιβολιών. Ακολούθως, κάρφωναν όρθια στο έδαφος και σε ευθεία γραμμή, καλάμια
ύψους 60 έως 70 πόντων, τα οποία έπαιζαν το ρόλο τον πασάλων. Εκεί πάνω
δένονταν το ζύγι.
Έτσι οριοθετούσαν το χώρο, ο οποίος
έπρεπε να σκαφτεί σωστά και σύμφωνα με την αναγκαία κλίση.
Η διάνοιξη των θεμελίων απαιτούσε
την παρουσία δύο ανθρώπων. Ο πρώτος έσκαβε με τον κασμά και ο δεύτερος έβγαζε
το χώμα. Και οι δύο κινούνταν συνεχώς από τη μία γωνία έως την άλλη. Το άνοιγμα
έπρεπε να βαθαίνει ομοιόμορφα. Κάθε στρώση χώματος που έβγαζαν (από τη μία έως
την άλλη άκρη), ονομάζονταν «πουκάμισο». Εάν το έδαφος είχε μεγάλη κλίση έπρεπε
να αφαιρεθούν πολλά «πουκάμισα». Στην περίπτωση που αυτό το στάδιο δεν γίνονταν
με το σωστό τρόπο, το έργο κινδύνευε, καθώς το έδαφος δεν θα άντεχε το βάρος
της ίδιας της πεζούλας, αλλά και του όγκου των χωμάτων που έπρεπε να
συγκρατήσει. Έτσι οι κακοτεχνίες, είχαν αντίκτυπο και κατά τη διάρκεια του
οργώματος. Αν δεν ήταν καλά στρωμένο, το χωράφι σιγά – σιγά με το χρόνο
γυμνώνονταν και οι πεζούλες γκρεμίζονταν.
Όταν λοιπόν το χαντάκι έφτανε στο
επιθυμητό βάθος, προσπαθούσαν να το κάνουν όσο το δυνατόν πιο επίπεδο.
Παράλληλα, του έδιναν μία μικρή κλίση προς την πλαγιά, που επρόκειτο να
συγκρατήσει η πεζούλα. Όσον αφορά στο πλάτος του, έφτανε συνήθως τους 60 με 80
πόντους. Το φάρδος του διευκόλυνε τους ντόπιους στο να χρησιμοποιούν μεγάλες
πέτρες, χωρίς να χρειάζονται σπάσιμο.
Το φύτεμα των αμπελιών και των
συκιών, γίνονταν κοντά στα θεμέλια. Με αυτό τον τρόπο, οι ρίζες είχαν πάντα
καλή υγρασία, λόγω του μεγάλου όγκου του χώματος που ήταν μαζεμένο στο σημείο
αυτό. Έτσι από τη μια πλευρά, τα φυτά ήταν δύσκολο να ξεραθούν και από την άλλη
προστατεύονταν από τον αέρα. Ταυτόχρονα, οι αγρότες εξοικονομούσαν χώρο για τις
υπόλοιπες καλλιέργειές τους. Όταν τα δέντρα σταμάταγαν να βγάζουν καρπούς, οι
πεζούλες έπρεπε να γκρεμιστούν και να ξαναγίνουν από την αρχή. Με τον τρόπο
αυτό αναμοχλεύονταν το λιγοστό χώμα και ξαναζωντάνευε.
Αγνοείται η αρχή αυτών των
κατασκευών. Πότε, ποίοι και κάτω από ποίες συνθήκες, προχώρησαν σε αυτά τα
εκτεταμένα έργα αντιστήριξης των επικλινών εδαφών, κανείς δεν μπορεί να
πιστοποιήσει, με σιγουριά. Η γεωργική παραγωγή ανάγεται στην εποχή του χαλκού,
αλλά δεν υπάρχουν πηγές που να τεκμηριώνουν την υπόθεση, ότι οι πρώτη
διαμόρφωση του εδάφους σε πεζούλες, έγινε εκείνη την περίοδο.
Από την αρχαιότητα λοιπόν μέχρι τα
τέλη της δεκαετίας του ’60, οι πεζούλες συντηρούνταν από τους γεωργούς. Έκτοτε
εγκαταλείφτηκαν, στο έλεος του κάθε ασυνείδητου.
- Στου περαστικού, που τις γκρεμίζει με μια κλωτσιά,
γιατί δεν το βολεύουν να τις διαβεί.
- Στου εργολάβου, που βάζει την μπουλντόζα να τις σπάσει,
γιατί η πεζούλα και η ξερολιθιά, του είναι εμπόδιο στο εργοτάξιό του.
- Από την άλλη η τοπική αυτοδιοίκηση, κάνει το χαζό και
δεν ενδιαφέρεται καθόλου, να συντηρήσει αυτά τ’ «άχρηστα κτίσματα».
- Αλλά κι η νομαρχία , δεν επιβάλλει πρόστιμα και δεν
βάζει αυστηρές διατάξεις, για να προστατεύσει τη συγκεκριμένη πολιτιστική
κληρονομιά μας.
- Από τους αρχαιολογικούς φορείς, υπάρχει επίσης
αδιαφορία. Δεν έχουν ενσωματώσει (μέσα στις αρμοδιότητές τους), τις
πεζούλες και τις ξερολιθιές, ως στοιχεία της λαϊκής διατηρητέας μας
τέχνης. Διότι όση αξία έχει ένας αρχαίος ή νεότερος ναός, μια αρχαία
κατοικία, ένας τάφος, ένα κτέρισμα κλπ, άλλο τόση αξία έχουν και αυτά τα
μνημεία, της αγροτικής μας ιστορίας.
Παράλληλα, η εγκατάλειψη της
δραστηριότητας της συντήρησης των ξερολιθιών, οδηγεί στην αλλοίωση του τοπίου,
αλλά και στην εξαφάνιση ενός βιοτόπου μεγάλης αξίας. Οι κοιλότητες των
ξερολιθιών, προσφέρουν καταφύγιο σε πολυάριθμα είδη ζώων, όπως τα λεπιδόπτερα,
τα ερπετά και τα πουλιά. Επίσης, τους τοίχους αυτούς προτιμούν διάφορα είδη
φυτών τα οποία βυθίζουν τις ρίζες τους ή καταλαμβάνουν τους άμεσα γειτονικούς
χώρους. Οι ξερολιθιές αποτελούν πραγματικά βιολογικά δίκτυα, που προσφέρουν
ευνοϊκές συνθήκες ζωής, τόσο στην πανίδα όσο και στην χλωρίδα της περιοχής.
Ας γίνει λοιπόν το σημείωμα αυτό,
μια υπενθύμιση προς όλους μας. Προς την πολιτεία. Την κοινωνία των πολιτών και
το οικολογικό κίνημα, ότι η άλωση της ιστορικής μας κληρονομιάς, η καταστροφή
του τοπίου, η αδιαφορία προς την αλληλεγγύη της συνύπαρξης, οδηγεί ανεπανόρθωτα
στη συρρίκνωση της ποιότητας ζωής μας. Το κοινωνικό Ευ Ζην, δεν έχει μόνο σχέση
με την υγιεινή μας υπόσταση, αλλά και με όλα εκείνα τα περιβάλλοντα στοιχεία,
που καλλωπίζουν τον καθημερινό μας βίο.
Μπορεί να φαίνεται για κάποιους, η
πετρόκτιστη πεζούλα περιττή, όμως είναι κυρίως αυτή, που καθόρισε την αισθητική
χωροταξία του νησιού. Χάρη σ’ αυτήν, όπως και σ’ όλα τ’ άλλα δομικά στοιχεία
του νησιού (το αλώνι, το μονοπάτι, την κρήνη, το φάρο, τον ανεμόμυλο, το χωριό
κι την τέχνη του), φτιάχτηκε ο κυκλαδικός πολιτισμός, που είμαστε γι’ αυτόν,
όλοι μας υπερήφανοι.
Κάποιοι λοιπόν πρόγονοί μας, άφησαν
τούτα τα κειμήλια , ως μάρτυρες της μεγάλης τους αγωνίας και προσπάθειας, για
να επιβιώσει τούτος ο τόπος. Ας αναλογιστούμε, ότι η αξιοπρέπεια της μνήμης μας
(απέναντί τους), δεν πρέπει μόνο ν’ αναλώνεται σε δακρύβρεχτες συγκινητικές
αναφορές (γι εκείνους τους συγγενείς, για κείνους τους συγχωριανούς μας, που
άφησαν ένα αξιέπαινο έργο), αλλά στο πώς θα κρατήσουμε ακέραια αυτά που
κληροδοτήσαμε, εκτιμώντας τα δεόντως!
Κλείνοντας τούτο το αφιέρωμα, θέλω
να σημειώσω, ότι στην Ιταλία, σε ένα παρόμοιο ορεινό τοπίο, στις λεγόμενες
Πέντε Περιοχές (Cinque Terre), η τοπική κοινωνία, έχει τιμήσει τις πεζούλες και
τους συντηρητές αυτών, με τοιχογραφίες και μνημεία!
Οι πεζούλες σε όλα τα μέρη του
κόσμου, ειδικά στη Λατινική Αμερική και την Νοτιοανατολική Ασία, είναι κομμάτι
της πολιτιστικής τους κληρονομιάς.
Οι «Κρεμαστοί κήποι της Βαβυλώνας»,
ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, ήταν φτιαγμένα πάνω στη λογική της
πεζούλας (σε αλλεπάλληλα επίπεδα), που τα έλεγαν «ziggurat».
Επίσης η «Βίλα των Παπύρων», στο
Ερκουλάνεουμ (κοντά στην Πομπηία), θερινή κατοικία του Ιούλιου Καίσαρα, είχε
κλιμακωτές πεζούλες κήπων, που από ‘κει, ο μεγάλος ηγέτης, απολάμβανε τη θέα
στον κόλπο της Νάπολης.
του φίλου Μιχάλη Μιχελή