Ίταλο Καλβίνο , Οι αόρατες πόλεις
Άπλωσε
το Χάρτη με τα ονόματα των Μεγάλων Πόλεων
‘…Κύριε,
σου μίλησα πλέον για όλες τις πόλεις που γνωρίζω.’
‘Απομένει μόνο μια για την οποία δεν μιλάς ποτέ’.
‘Απομένει μόνο μια για την οποία δεν μιλάς ποτέ’.
Ξεστόμισε
λέξεις ξεχασμένες στην άκρη του Χρόνου
Είπε ο
Μέγας Χαν:
"Όλα
είναι ανώφελα, αν ο τόπος της τελικής άφιξης δεν μπορεί παρά να είναι η
κολασμένη πόλη, κι είναι εκεί που μας τραβάει το ρεύμα, με κύκλους που όλο
στενεύουν".
Και ο
Μάρκο Πόλο απάντησε:
Η κόλαση των ζωντανών δεν είναι κάτι που θα
υπάρξει. Αν υπάρχει μια, είναι αυτή που βρίσκεται ήδη εδώ , η κόλαση που
κατοικούμε κάθε μέρα , που φτιάχνουμε με το να ζούμε μαζί. Δύο τρόποι υπάρχουν
για να γλιτώσεις από το μαρτύριό της.
Ο πρώτος είναι εύκολος σε πολλούς : δέξου την κόλαση και γίνε μέρος της έτσι που να μην την βλέπεις πια. Ο δεύτερος είναι επικίνδυνος και απαιτεί συνεχή επαγρύπνηση και γνώση : ψάξε και μάθε ποιος και τι στη μέση αυτής της κόλασης, δεν είναι κόλαση, κι αυτά κάνε τα να διαρκέσουν, παραχώρησέ τους χώρο…
Ο πρώτος είναι εύκολος σε πολλούς : δέξου την κόλαση και γίνε μέρος της έτσι που να μην την βλέπεις πια. Ο δεύτερος είναι επικίνδυνος και απαιτεί συνεχή επαγρύπνηση και γνώση : ψάξε και μάθε ποιος και τι στη μέση αυτής της κόλασης, δεν είναι κόλαση, κι αυτά κάνε τα να διαρκέσουν, παραχώρησέ τους χώρο…
μετάφραση Ε.Γ. Ασλανίδη και Σ. Καπογιαννοπούλου, εκδόσεις "Οδυσσέας"
Μάρκος Αυρήλιος, Τα εις εαυτόν
[2, 17] Της
ανθρώπινης ζωής η διάρκεια όσο μια στιγμή, η ουσία της ρευστή, η αίσθησή της
θολή, το σώμα -από τη σύστασή του- έτοιμο να σαπίσει, και η ψυχή ένας
στρόβιλος, η τύχη άδηλη, η δόξα αβέβαιη. Με δυο λόγια, όλα στο σώμα σαν ένα
ποτάμι, όλα της ψυχής σαν όνειρο και σαν άχνη, η ζωή ένας πόλεμος κι ένας
ξενιτεμός, η υστεροφημία λησμονιά. Ποιο είναι αυτό που μπορεί να μας δείξει τον
δρόμο; Ένα και μόνο: η φιλοσοφία! Κι αυτό σημαίνει να φυλάμε τον θεό μέσα μας
καθαρό κι αλώβητο, νικητή πάνω στις ηδονές και τους πόνους, να μην κάνουμε
τίποτε στα τυφλά, τίποτε ψεύτικα και προσποιητά, να μην εξαρτιόμαστε από το τι
θα πράξει ή τι δεν θα πράξει ο άλλος. Κι ακόμη, να αποδεχόμαστε όσα συμβαίνουν
κι όσα μας λαχαίνουν σαν κάτι που έρχεται κάπου από κει απ᾽ όπου έχουμε έλθει
και εμείς· και πάνω απ᾽ όλα, να περιμένουμε τον θάνατο με γαλήνια διάθεση,
θεωρώντας πως δεν είναι τίποτε άλλο παρά η διάλυση των συστατικών στοιχείων από
τα οποία είναι συγκροτημένο κάθε ζωντανό πλάσμα.
(β)
[3, 10] Πέταξε τα
όλα, κράτησε μόνο τούτα τα λίγα· και να θυμάσαι ακόμη ότι καθένας ζει μόνο το
παρόν -τούτο το ακαριαίο· τα άλλα ή τα έχει ζήσει πια ή είναι στη σφαίρα του
άδηλου. Μικρή λοιπόν η ζωή του καθενός, μικρή και η γωνίτσα της γης όπου την
ζει· μικρή ακόμη και η διαρκέστερη υστεροφημία: στηρίζεται κι αυτή σε
ανθρωπάκια που διαδέχονται το ένα το άλλο και που αύριο κιόλας θα πεθάνουν και
δεν γνωρίζουν ούτε τον εαυτό τους, πολύ περισσότερο εκείνον που έχει πεθάνει
από καιρό.
(μετάφραση Νίκος Σκουτερόπουλος)
(γ)
[6, 37] Όποιος γνώρισε το παρόν, γνώρισε όλα τα πράγματα, όσα
συνέβησαν στο ακαταμέτρητο παρελθόν, και όσα θα συμβούν στο μέλλον
(μετάφραση Γ .Δ. Χουρμουζιάδης απο τον κυκλικό χρόνο του
Μπόρχες)
(δ)
[7, 3] Κενοσπουδία
για πομπές, δράματα πάνω στη σκηνή, κοπάδια και συναγελάσματα, λογχίσματα σε
κορμιά, κοκκαλάκια σε σκυλάκια, μπουκιές σε δεξαμενές ψαριών, ταλαιπωρίες
φορτωμένων μυρμηγκιών, ποντικάκια που τρέχουν φοβισμένα, νευρόσπαστα που
χειρονομούν. Πρέπει λοιπόν να στέκεσαι απέναντι σε αυτά με ευμένεια και χωρίς
αλαζονεία, να προσέχεις όμως πως ο καθένας αξίζει τόσο, όσο τα πράγματα που τον
απασχολούν.
(μετάφραση Γιώργος Σεφέρης)
Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Η κυκλική Νύχτα
Θα το γνώριζαν οι πιστοί μαθητές του Πυθαγόρα:
Ότι αστέρια κι άνθρωποι περιστρέφονται σε έναν κύκλο,
Αυτά τα μοιραία άτομα της ύλης θα ξαναγεννηθούν
για να επαναλάβουν την Αφροδίτη τη χρυσή, τις αγορές, τη Θήβα
Θα το γνώριζαν οι πιστοί μαθητές του Πυθαγόρα:
Ότι αστέρια κι άνθρωποι περιστρέφονται σε έναν κύκλο,
Αυτά τα μοιραία άτομα της ύλης θα ξαναγεννηθούν
για να επαναλάβουν την Αφροδίτη τη χρυσή, τις αγορές, τη Θήβα
Ξανά σε μέλλουσες στιγμές
ο Κένταυρος χτυπά
κι ακινητεί με την οπλή στου Λάπιθου το στήθος
όταν η Ρώμη στάχτη γίνει και ο Μινώταυρος στενάξει
μες το ατελείωτο σκοτάδι ενός ερείπιου παλατιού
κι ακινητεί με την οπλή στου Λάπιθου το στήθος
όταν η Ρώμη στάχτη γίνει και ο Μινώταυρος στενάξει
μες το ατελείωτο σκοτάδι ενός ερείπιου παλατιού
Κάθε άγρυπνη νυχτιά θα έρθει πίσω στο λεπτό
με κάθε λεπτομέρεια Ακόμα και το χέρι αυτό που αυτά τα λόγια γράφει θα ξαναγεννηθεί
από την ίδια Μήτρα ,
και σιδερόφρακτοι στρατοί τη μοίρα τους αναζητούν οικοδομούν την άβυσσο
(ένας άλλος o David Hume στο Εδιμβούργο, στάθηκε όμοια σε αυτό ακριβώς το σημείο κι είπε τα ίδια λόγια)
Δεν ξέρω αν όλα θα επαναληφθούν σε ένα Κύκλο δεύτερο
σαν αριθμοί σε κλάσμα περιοδικό
Αλλά ξέρω ότι μια αόριστη Πυθαγόρεια περιστροφή
Νύχτα τη νύχτα τον κόσμο καθορίζει και σε μιαν άκρη με πετά
Στα περίχωρα της πόλης. Ένας δρόμος απόμακρος
Που θα μπορούσε να ΄ναι στο βοριά ή στο νοτιά ή στη δύση
Πάντα όμως σ ένα τοίχο ξέθωρο μπλε, κάτω από τη σκιά
Από μια συκιά, και ένα πεζόδρομο που΄χει σπασμένες πλάκες.
Το Μπουένος Άιρες είναι αυτό, εδώ.
Ο χρόνος, φέρνει στον άνθρωπο τον Έρωτα ή το χρήμα,
στα χέρια μου φέρνει μοναχά αυτό το τραγικό κενό, το μαραμένο ρόδο
Από δρόμους με ονόματα που επαναλαμβάνονται από το παρελθόν
Στο αίμα μου: Laprida, Cabrera, Soler, Suarez. . .
Ονόματα στα οποία μυστικά, κλήσεις μιας σάλπιγγας ακούγονται,
δημοκρατίες, αλογολάτες, και πρωινά
Ένδοξες νίκες κι ευτυχείς άνδρες που χάνονται μες την αντάρα
Πλατείες αφρόντιγες ζυγιάζονται σε μιαν αδέσποτη νυχτιά
Είναι οι τεράστιες βεράντες ενός ανάκτορου αδειανού,
Και οι μοναχικοί του δρόμοι χώρους δημιουργούν
Διαδρόμους νέους για το όνειρο και τον ανώνυμο φόβο.
Επιστρέφει, το κοίλο σκοτάδι του Αναξαγόρα
Στην ανθρώπινη σάρκα μου, την αιωνιότητα κρατά επαναλαμβανόμενα
Και η μνήμη, ή το σχέδιο, της αρχής ενός ατελείωτου ποιήματος:
"Θα το γνώριζαν, οι πιστοί μαθητές του Πυθαγόρα ..."
και σιδερόφρακτοι στρατοί τη μοίρα τους αναζητούν οικοδομούν την άβυσσο
(ένας άλλος o David Hume στο Εδιμβούργο, στάθηκε όμοια σε αυτό ακριβώς το σημείο κι είπε τα ίδια λόγια)
Δεν ξέρω αν όλα θα επαναληφθούν σε ένα Κύκλο δεύτερο
σαν αριθμοί σε κλάσμα περιοδικό
Αλλά ξέρω ότι μια αόριστη Πυθαγόρεια περιστροφή
Νύχτα τη νύχτα τον κόσμο καθορίζει και σε μιαν άκρη με πετά
Στα περίχωρα της πόλης. Ένας δρόμος απόμακρος
Που θα μπορούσε να ΄ναι στο βοριά ή στο νοτιά ή στη δύση
Πάντα όμως σ ένα τοίχο ξέθωρο μπλε, κάτω από τη σκιά
Από μια συκιά, και ένα πεζόδρομο που΄χει σπασμένες πλάκες.
Το Μπουένος Άιρες είναι αυτό, εδώ.
Ο χρόνος, φέρνει στον άνθρωπο τον Έρωτα ή το χρήμα,
στα χέρια μου φέρνει μοναχά αυτό το τραγικό κενό, το μαραμένο ρόδο
Από δρόμους με ονόματα που επαναλαμβάνονται από το παρελθόν
Στο αίμα μου: Laprida, Cabrera, Soler, Suarez. . .
Ονόματα στα οποία μυστικά, κλήσεις μιας σάλπιγγας ακούγονται,
δημοκρατίες, αλογολάτες, και πρωινά
Ένδοξες νίκες κι ευτυχείς άνδρες που χάνονται μες την αντάρα
Πλατείες αφρόντιγες ζυγιάζονται σε μιαν αδέσποτη νυχτιά
Είναι οι τεράστιες βεράντες ενός ανάκτορου αδειανού,
Και οι μοναχικοί του δρόμοι χώρους δημιουργούν
Διαδρόμους νέους για το όνειρο και τον ανώνυμο φόβο.
Επιστρέφει, το κοίλο σκοτάδι του Αναξαγόρα
Στην ανθρώπινη σάρκα μου, την αιωνιότητα κρατά επαναλαμβανόμενα
Και η μνήμη, ή το σχέδιο, της αρχής ενός ατελείωτου ποιήματος:
"Θα το γνώριζαν, οι πιστοί μαθητές του Πυθαγόρα ..."
ελεύθερη μετάφραση
Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Η εικόνα
του Κόσμου
Ένας άνθρωπος, βάζει σκοπό της ζωής του να ζωγραφίσει τον κόσμο.
Χρόνια ολόκληρα δεν κάνει τίποτ΄ άλλο παρά να γεμίζει μια επιφάνεια με εικόνες
που αναπαριστούν βασίλεια, βουνά, κόλπους, καράβια, νησιά, ψάρια, σπίτια, εργαλεία,
άστρα, άλογα κι ανθρώπους. Λίγο πριν πεθάνει ανακαλύπτει πως αυτός ο υπομονετικός
λαβύρινθος των εικόνων δεν είναι τίποτ΄ άλλο παρά η αυτοπροσωπογραφία του.
(μετάφραση Δ. Καλοκύρης απο τον Δημιουργό
του Μπόρχες)